Όποιος αποφασίζει να αρχίσει μαθήματα Βυζαντινής Μουσικής, κατά πάσα πιθανότητα έχει ως στόχο κάποια στιγμή να υπηρετήσει το Ιερό Αναλόγιο από τη θέση του Ιεροψάλτη. Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να δούμε τις προϋποθέσεις οι οποίες χρειάζονται προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος και η διακονία να είναι όσο πιο καρποφόρα και μακροχρόνια γίνεται.

Η πρώτη προϋπόθεση θεωρούμε ότι είναι η άρτια γνώση της Βυζαντινής Μουσικής. Παρ’ ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι υπηρετούν το Αναλόγιο με ευσυνειδησία χωρίς να είναι γνώστης της μουσικής, θεωρούμε ότι τη σήμερον ημέρα κατά την οποία η γνώση είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμη, δεν δικαιολογείται κάποιος ο οποίος – ιδίως όταν βρίσκεται σε αστικό κέντρο – να θέλει να αναλάβει αναλόγιο χωρίς να γνωρίζει μουσική σε ένα καλό επίπεδο τουλάχιστον. Είναι θέμα σεβασμού αφ’ ενός προς το εκκλησίασμα και αφ’ ετέρου προς την ψαλτική παράδοση η οποία έχει βάθος αρκετών αιώνων. Για να το εξειδικεύσουμε, ένας Ιεροψάλτης θα πρέπει να είναι σε θέση ψάλλει σωστά τα μαθήματα του Εσπερινού, του Όρθρου και της Θείας Λειτουργίας, συγκεκριμένα δηλαδή από τα βιβλία του Αναστασιματαρίου, του Ειρμολογίου, του Δοξασταρίου και τα αργά μαθήματα (Δύναμις, Χερουβικά, Κοινωνικά) της Θείας Λειτουργίας. Σχετικά με τα τελευταία τα οποία είναι σαφώς αυξημένης δυσκολίας, υπάρχουν αρκετές επιλογές όχι πολύ δύσκολων μελών ιδίως από σύγχρονους συνθέτες όταν κάποιος δεν έχει την πείρα ακόμα να ψάλλει τα κομμάτια των μεγάλων κλασικών.

Πέραν της γνώσης της μουσικής, φρονούμε ότι είναι άκρως απαραίτητη η μαθητεία στο Ιερό Αναλόγιο δίπλα σε έμπειρο και σωστό Ιεροψάλτη – ιδανικά να είναι ο ίδιος ο δάσκαλος της μουσικής – η εξοικείωση με τα Ιερά Κείμενα αλλά και τα μέλη τα οποία ψάλλονται κατά τη διάρκεια του έτους. Αρχικά, θα πρέπει να δίνεται έμφαση στο να ακούει μόνο κάποιος και έπειτα στο να ψάλλει μόνος του κάποια απλά στην αρχή μέλη και όσο προοδεύει, να μπορεί ακόμα και να βοηθάει τον Ιεροψάλτη κατά τη διάρκεια της ακολουθίας και ενδεχομένως να ψάλλει μόνος του και σε έναν Εσπερινό ή και μία καθημερινή Θεία Λειτουργία με τον Ιερέα όταν λείπει ο κανονικός Ιεροψάλτης. Εννοείται ότι θα πρέπει να μπορεί να διαβάζει με ευχέρεια το Ιερό Ψαλτήριο το οποίο άλλωστε είναι η βάση της Θείας Λατρείας και δεν λείπει από καμία ακολουθία της Εκκλησίας. Προς τούτο, φρονούμε ότι είναι απαραίτητη η ελάχιστη γνώση Αρχαίων Ελληνικών μέσα από τα κείμενα της Εκκλησίας αλλά ενδεχομένως και η βαθύτερη γνώση τους όταν αυτό είναι δυνατό λόγω υψηλής μόρφωσης.

Τέλος, μιας και η άσκηση της Ψαλτικής, πέρα από την άσκηση μίας τέχνης είναι και διακονία στον χώρο της Εκκλησίας, θα πρέπει να υπάρχει ζωντανή σχέση με την Εκκλησία και τα Μυστήρια, ο Ιεροψάλτης να διάγει βίο σύμφωνα με τις προσταγές του Ευαγγελίου και των Ιερών Κανόνων, να λειτουργεί σε σχέση υπακοής προς τον πνευματικό του πατέρα, να έχει αγαπητική σχέση με τον οικείο Επίσκοπο και να δείχνει απαραιτήτως τον προσήκοντα σεβασμό σε όλους όσοι υπηρετούν τη Θεία Λατρεία αλλά και να είναι αγαπητός με το εκκλησίασμα διότι άλλωστε με το να βρίσκεται στο Αναλόγιο ουσιαστικά επιτελεί το έργο του λαού καθώς απαντά στις αιτήσεις του Ιερέως ο οποίος λειτουργεί κάθε φορά. Να συμπληρώσουμε εδώ ότι θα πρέπει – αφού έχει αναλάβει Αναλόγιο και μπορεί να διδάξει – να προσελκύει τους νέους και ειδικά τα παιδιά στο να ανεβαίνουν στο Αναλόγιο και να μαθαίνουν την Ψαλτική προκειμένου να συνεχισθεί η ψαλτική παράδοση και να μην φοβάται ακόμα και αν κάποιος έχει μεγαλύτερο φωνητικό τάλαντο από αυτόν ότι θα τον ξεπεράσει αλλά να χαίρεται γι’ αυτό.

Έχοντας υπ’ όψιν λοιπόν αυτά τα στοιχεία, μπορεί κάποιος να στοχεύσει στο να υπηρετήσει ως Ιεροψάλτης αλλά σε κάθε περίπτωση φρονούμε ότι πρέπει να υπάρχει σε όλους το λεγόμενο γνώθι σαυτόν. Δεν έχουν όλοι το ίδιο φωνητικό τάλαντο, δεν μπορούν όλοι να επιτύχουν τους ίδιους στόχους ούτε θα πρέπει να συγκρίνει κανείς τον εαυτό του με άλλους, λιγότερο ή περισσότερο προικισμένους. Ο καθένας θα πρέπει να καταβάλλει τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια, να υπηρετεί από τη θέση που μπορεί και να μην ζηλεύει ούτε να υποτιμά κανέναν. Το θέμα δεν είναι να προβληθεί το εγώ αλλά οι πάντες «ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ» να υμνήσουμε τον Τριαδικό Θεό και να αγωνισθούμε για τη σωτηρία πρώτα τη δική μας και κατ’ επέκτασιν των αδελφών μας.