Πολλοί άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να διδαχθούν τη βυζαντινή μουσική ή γονείς οι οποίοι θέλουν να μάθουν τα παιδιά τους αυτήν την τέχνη, ιδίως όταν δεν έχουν ιδίως επαφή με τη βυζαντινή μουσική, αντιμετωπίζουν εξαρχής το πρόβλημα της επιλογής του σωστού δασκάλου είτε για αυτούς είτε για το παιδί τους.

Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε τα κριτήρια με τα οποία πρέπει να γίνεται η σωστή επιλογή του δασκάλου καθώς και το πώς πρέπει να χτισθεί η σχέση με τον μαθητή σε βάθος χρόνου.

Πρώτον και κύριον, πράγμα το οποίο φαίνεται αυτονόητο, ο δάσκαλος τον οποίον θα επιλέξουμε θα πρέπει να γνωρίζει σε βάθος το αντικείμενο της βυζαντινής μουσικής, να είναι σε θέση αυτήν τη γνώση να τη μεταδώσει με σαφήνεια και ενάργεια στον μαθητή, να προσαρμόζεται στις μαθησιακές ανάγκες του καθώς επίσης και να διαθέτει τα απαραίτητα φωνητικά προσόντα ώστε να διδάξει σωστά, ιδίως σε μεγαλύτερες τάξεις, προχωρημένες συνθέσεις οι οποίες απαιτούν δυσκολότερες κινήσεις φωνής.

Επιπλέον, θα πρέπει να έχει και ο ίδιος πνεύμα μαθητείας, να προσπαθεί να βελτιώνεται συνεχώς και ως δάσκαλος και ως εκτελεστής, να είναι κατά προτίμηση εν ενεργεία μάχιμος ιεροψάλτης σε αναλόγιο, να ασχολείται σοβαρά με το αντικείμενο ενδεχομένως και με συγγραφικό έργο και να έχει μία σφαιρική γνώση γύρω από τη μουσική αλλά και για οτιδήποτε σχετίζεται ευθέως ή εμμέσως με την ψαλτική (υμνογραφία, τυπικό, γλώσσα των κειμένων κ.α.) ώστε η κατάρτιση την οποία θα δώσει να είναι πλήρης.

Επιπροσθέτως, είναι πολύ σημαντικό να προβάλλει την αγάπη του και το μεράκι του για το αντικείμενο και όχι τον εαυτό του καθώς επίσης να μην είναι δογματικός ως προς την προσέγγισή του στη μουσική και τη διδασκαλία παραδεχόμενος ότι υπάρχουν και άλλες προσεγγίσεις πάνω στα διάφορα ζητήματα τα οποία προκύπτουν.

Έχοντας επιλέξει λοιπόν έναν δάσκαλο τον οποίο θεωρούμε κατάλληλο για εμάς ή για το παιδί μας, τότε το πρώτο πράγμα το οποίο θα πρέπει να προσέξουμε είναι να του δείξουμε εμπιστοσύνη.

Ο δάσκαλος γνωρίζει εκ των πραγμάτων περισσότερα από εμάς, έχει υπάρξει και ο ίδιος μαθητής και ως εκ τούτου γνωρίζει, λόγω εμπειρίας, τα στάδια τα οποία περνά ένας μαθητευόμενος μέχρι να επιτύχει τους στόχους του.

Οφείλουμε λοιπόν, εφόσον τον εμπιστευόμαστε, να ακούμε με προσοχή τις συμβουλές του και να τις ακολουθούμε με ευλάβεια.

Ειδικά για την περίπτωση παιδιών, θα πρέπει ο γονέας, ακόμα και αν είναι γνώστης του αντικειμένου, να μην αμφισβητεί τον δάσκαλο.

Στη σχολική και προεφηβική ηλικία θα πρέπει, η αυθεντία του δασκάλου να μην καταρρίπτεται ούτως ώστε ο μαθητής να μπορεί να αντιληφθεί τη σημασία τού να εμπιστεύεται έναν δάσκαλο.

Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο το οποίο πρέπει να τύχει προσοχής, ιδίως για μικρότερες ηλικίες είναι ο σεβασμός. Θα πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγεται να καλεί ο μαθητής τον δάσκαλο με το μικρό του όνομα και θα πρέπει να προτιμάται η προσφώνηση «δάσκαλε»· η σχέση δασκάλου και μαθητή έχει ιερότητα η οποία πρέπει να διαφυλάσσεται πάση θυσία. Θα πρέπει ο γονέας να προσπαθεί να εμπνεύσει στο παιδί τον σεβασμό προς τον δάσκαλο και ο ίδιος μάλιστα να δίνει το παράδειγμα φερόμενος με τον ίδιο σεβασμό προς αυτόν.

Ακόμα όμως και σε μεγαλύτερες ηλικίες, έστω και αν ο δάσκαλος είναι νεότερος από τον μαθητή, θα πρέπει ο μαθητής να δείχνει τον προσήκοντα σεβασμό ώστε η σχέση να διατηρήσει και πάλι αυτήν την ιερότητα όπως προαναφέραμε.

Καταληκτικά, είναι σημαντικό να τονισθεί ότι η σχέση δασκάλου και μαθητή σε κάθε γνωστικό αντικείμενο και φυσικά και στη βυζαντινή μουσική, δεν συνίσταται μόνο στην έννοια της μετάδοσης ή της αφομοίωσης γνώσης.

Είναι μία σχέση η οποία πρέπει να στοχεύει στην καλλιέργεια ήθους εκατέρωθεν και να λειτουργεί σε ένα πλαίσιο αλληλοσεβασμού αλλά και θαλπωρής· πρέπει ο μαθητής, όσα χρόνια και αν περάσουν να θυμάται τον δάσκαλό του με αγάπη και να έχει πάντα στον νού του τις συμβουλές του.

Για όλους αυτούς τους λόγους είναι πολύ σημαντική η σωστή επιλογή του δασκάλου καθώς και η
οικοδόμηση μίας υγιούς και καρποφόρας σχέσης με αυτόν.

Πέτρος Γαλάνης, Φιλόλογος – Ιεροψάλτης